Μιχάλης Ρακιντζής: “Ο κόσμος που θα έρθει να είναι προετοιμασμένος για hardstyle”
O Ian Gillan, η Bonnie Tyler, η μανία με τα ελικόπτερα, ο Πουφ, η τρέλα με τους υπολογιστές και η ζωή στην Αγγλία.
Φωτογραφίες: Ανδρέας Σιμόπουλος/FOSPHOTOS

Φορά ένα κασκόλ στο λαιμό, καπνίζει ηλεκτρονικό τσιγάρο και κοιτά τη σκηνή την ώρα που μέλη του συνεργείου του βάζουν στη θέση τους τον εξοπλισμό που θα έχει μαζί του την Παρασκευή. Είναι ντροπαλός απέναντι σε ανθρώπους που δε γνωρίζει, ήρεμος αλλά όχι αμήχανος και μελετά τα πάντα με ακρίβεια. Γιατί πρώτα απ’ όλα, ο Μιχάλης Ρακιντζήςείναι τελειομανής, θέλει να έχει τον έλεγχο σε αυτά που κάνει. Aπό το 1987 που εμφανίστηκε στην ελληνική δισκογραφία, την εποχή που χαρακτηρίστηκε “πρωτοποριακός” για την χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών που είχαν λίγοι και όχι όλοι όπως σήμερα, έκανε τον κόσμο να ασχολείται μαζί του για τους σωστούς λόγους. Για τη μουσική του. Τα ποπ τραγούδια του σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή, τα τέλη των 80s και τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 -τότε που όλα άρχισαν να πηγαίνουν πιο γρήγορα. Τον Πουφ τον ξέρουν σχεδόν όλοι, αναρωτιούνται τι κάνει (ο Μιχάλης, όχι ο Πουφ) ενώ θα έχουν τη δυνατότητα να τον δουν, τον Μιχάλη και λογικά να ακούσουν τον Πουφ, αυτή την Παρασκευή στο Gagarin 205. Αυτή η συναυλία ήταν η κατάλληλη αφορμή για μία μεγάλη αναδρομή.
Πως ξεκίνησαν όλα
Είμαι ενεργός στην ελληνική δισκογραφία από το 1987. Από πιτσιρίκι όμως είχα πολλά συγκροτήματα. Ξεκινήσαμε να παίζουμε, κλασικά, ροκ παρόλο που το είδος αυτό ήταν τελείως αντιεμπορικό στην Ελλάδα εκείνη την εποχή με μόνο ένα μικρό κομμάτι της νεολαίας ν’ ασχολείται μαζί του. Ήταν πιο πολύ underground και οι δισκογραφικές δεν ευνοούσαν τέτοια συγκροτήματα. Με τις μπάντες μου κάναμε καταπληκτικές δουλειές, αφιερώναμε ώρες ατελείωτες σε πρόβες, τεχνικά βρισκόμασταν σε υψηλό επίπεδο και μελετούσαμε πολύ αφού προσπαθούσαμε να υπερκαλύψουμε τα γνωστά συγκροτήματα του εξωτερικού που μεσουρανούσαν εκείνη την εποχή. Ο πήχης για εμάς ήταν αυτά τα γκρουπ και θεωρούσαμε ότι πρέπει να τα φτάσουμε και να τα ξεπεράσουμε αλλιώς δεν είχαμε λόγο ύπαρξης.
Οι Scraptown και τι σημαίνει επιτυχία στο εξωτερικό
Δεν θεωρώ ότι κάναμε σπουδαία επιτυχία. Ό,τι έγινε το βρίσκω λίγο, μηδαμινό. Όταν μιλάς για επιτυχία στο εξωτερικό αυτό που αποτελεί πολύ μεγάλη υπόθεση είναι το να γίνεις γνωστός εκεί, έξω. Έστω και με ένα κομμάτι να σε μάθουν κάποιες χώρες και ο κόσμος. Αυτό είναι επιτυχία. Κυκλοφορήσαμε τραγούδια σε ευρωπαϊκές χώρες και λίγα στην Αμερική αλλά δεν το θεωρώ και κάτι το φοβερό, δε σημαίνει κάτι. Σε ένα τυχαίο αμερικάνικο δισκάδικο στην ταμπέλα “international” θα βρεις νησιώτικα. Αυτό τι σημαίνει; Ότι οι άνθρωποι που τα έγραψαν έγιναν πασίγνωστοι; Παρόλα αυτά, κάναμε κάποιες κινήσεις αλλά δια αλληλογραφίας, με μια κασέτα λες και περίμεναν εμάς από χρόνια. Έτσι ακόμα και σήμερα δε γίνεται τίποτα. Πρέπει να ζεις, να δουλεύεις, να είσαι ανάμεσα σε αυτούς που κάνουν πράγματα. Ανάλογα με τις ικανότητες σου, θα ανέβεις. Αυτό στους Scraptown δε συνέβη. Κάποια στιγμή στη Γαλλία, εκεί που έκαναν τεράστια καριέρα οι Ντέμης Ρούσος, Νανά Μούσχουρη, Βαγγέλης Παπαθανασίου, το διαλύσαμε αφού είχαμε διαφορετικούς προορισμούς. Αν μια μπάντα έχει πέντε άτομα, μοιραία ο καθένας έχει διαφορετικές επιδιώξεις. Έτσι, αποφάσισα να συνεχίσω μόνος, ήταν η εποχή των computers και βρήκα ενδιαφέρον εκεί. Επίσης προσάρμοσα τις δικές μου εμπειρίες με ένα πιο ελαφρύ ήχο και στίχο γιατί στους Scraptown ο στίχος ήταν καθαρά πολιτικός, έξω από τα στενά ελληνικά δεδομένα.
Το κεφάλαιο “υπολογιστές”
Σκεφτόμουν ότι θα έπρεπε να υπάρχει ένας τρόπος που να σου επιτρέπει να ολοκληρώσεις μόνος με ευκολία, χωρίς μουσικούς δίπλα σου, την μουσική ιδέα που είχες. Κάτι που έκανα μόνο με τα μαγνητόφωνα. Σε ένα κανάλι ηχογραφούσα την κιθάρα, σε άλλο το μπάσο, τα πλήκτρα, σε άλλο τα τύμπανα. Ήταν η ίδια δουλειά με περισσότερο κόπο χωρίς τις τεχνολογικές ευκολίες. Όταν ξεκίνησα ο κόσμος νόμιζε ότι πατάω ένα κουμπί και φτιάχνω μουσική, στις εκπομπές που με καλούσαν και πήγαινα, άνθρωποι που δεν είχαν δει κομπιούτερ στη ζωή τους με ρωτούσαν τρελά πράγματα και μου έσπαγαν τα νεύρα γιατί νόμιζαν ότι τους έκανα το μάγκα. Το κομπιούτερ ήταν το μαγνητόφωνο της εποχής και μου εξοικονομούσε χρόνο. Με βόλευε να αποτυπώνω τις ιδέες μου πολύ γρήγορα και αυτό που ήθελα. Κουμάνταρα καλύτερα τους μουσικούς που συνεργάζονταν μαζί μου.
Τα πρώτα ακούσματα
Όταν ήμουν παιδί δεν είχα σχέση με το ελληνικό ρεπερτόριο. Τα μόνα ελληνικά που ακουγόντουσαν στο σπίτι μου ήταν κρητικά ίσως επειδή ο πατέρας μου έπαιζε λίρα. Ήταν ναυτικός και μου έφερε τους πρώτους δίσκους από τα ταξίδια που έκανε. Είχα τις Ιαπωνικές εκδόσεις σε δίσκους των Led Zeppelin, Βlack Sabbath, Deep Purple, όλων αυτών των μεγάλων συγκροτημάτων της εποχής. Πιο μικρός άκουγα τον αμερικάνικο σταθμό που υπήρχε στη Βάση και έπαιζε τα χιτ εκείνης της εποχής.
Μωρό μου Φάλτσο…
Ξεκίνησα με το “Μωρό μου φάλτσο” με μεγάλο δισταγμό γιατί δεν ήξερα πως θα ακουγόμουν στα ελληνικά. Δεν είχα τραγουδήσει ποτέ σε αυτή τη γλώσσα. Πολύ γρήγορα όμως τον ξεπέρασα αφού η πρώτη δουλειά είχε επιτυχία. Τα τραγούδια μου παίζονταν στα ραδιόφωνα περισσότερο από όσο άντεχε να ακούσει ο καθένας και αυτό με ενοχλούσε γιατί πίστευα ότι θα με βαριόταν ο κόσμος γρήγορα. Ήταν υπερέκθεση και ακόμα έχω μια παράξενη σχέση με τη δημοσιότητα. Ήταν πεποίθηση μου να μη βγαίνω στα κανάλια. Επίσης δεν μπορούσα να πάω σε μαγαζιά πίστας, δε μου ταίριαζαν. Προτιμούσα τα club ή τις ανοιχτές συναυλίες. Μετά το “Μωρό μου Φάλτσο” η επιτυχία συνεχίστηκε με τα υπόλοιπα κομμάτια. Ήταν η εποχή που κάθε δισκογραφική κυκλοφορία ήταν ένα μικρό γεγονός για τον καλλιτέχνη, την εταιρία και τον κόσμο που τους άκουγε. Τα πράγματα ήταν πιο ρομαντικά και όμορφα απ’ ότι είναι σήμερα. Το 1989 ξεκίνησα τις συναυλίες στα γήπεδα και έβλεπα πράγματα που τα θεωρούσα φυσιολογικά ενώ δεν ήταν. Ένα παράδειγμα είναι τα γεμάτα γήπεδα. Σήμερα αν ένας καλλιτέχνης έχει 1000 άτομα στο μαγαζί που εμφανίζεται, πανηγυρίζει. Εμείς αν κόβαμε 5000 εισιτήρια ψαχνόμασταν να δούμε τι δεν πήγε καλά. Θυμάμαι στην Καλαμάτα είχε γεμίσει το γήπεδο και δεν ήξερα από που να φύγω. Η σκηνή ήταν μες στο γήπεδο και κάθε τόσο έλεγα στο διοργανωτή να βρει τρόπο να φύγουμε. Στο τέλος έγινε αυτό που φοβόμουν, ανέβηκαν όλοι πάνω στη σκηνή, αυτή έπεσε και ευτυχώς δεν υπήρξε κάποιο σοβαρό ατύχημα.
Η Bonnie Tyler
Έστειλα μέσω της δισκογραφικής μου ένα τραγούδι, της άρεσε και ήρθε και το είπε. Τόσο απλά. Μπήκαμε στο στούντιο, είπαμε το κομμάτι και έφυγε. Η μεγάλη ικανοποίηση στη συνεργασία μαζί της ήταν ότι την άκουγα από πάντα και ξαφνικά ήρθε να πούμε μαζί ένα τραγούδι. Το θεώρησα ως μια τρομερή συνωμοσία του σύμπαντος που μια τέτοια τραγουδίστρια ήρθε σε ένα μικρό μέρος σαν την Ελλάδα και μπήκε στο στούντιο μαζί μου. Το λέω γιατί τέτοιοι καλλιτέχνες έχουν σε όλο τον κόσμο επαγγελματίες που τους θαυμάζουν και θα ήθελαν να συνεργαστούν μαζί τους. To τραγούδι αυτό είχε αντίκτυπο αλλά αυτά να ξέρεις είναι ριψοκίνδυνα για τη χώρα μας. Ίσως να μην πρέπει να κάνεις περισσότερα απ’ ότι μπορεί να αντέξει κάποιος. Από κει και μετά αρχίζουν και σε βλέπουν με μισό μάτι, αν προχωρήσεις λίγο περισσότερο από αυτό που σου επιτρέπεται.
Ο Ian Gillan
Είχε έρθει για μια συναυλία και στο μαγαζί που είχε πάει για φαγητό άκουσε ένα κομμάτι μου, ρώτησε ποιος είμαι, η δισκογραφική μας έφερε σε επαφή και κάπως έτσι γνωριστήκαμε. Στάθηκα τυχερός με τις συνεργασίες μου αφού κατάφερα να κάνω κάτι με ανθρώπους που θαύμαζα από πάντα. Όταν ήρθε ο Gillan διάφοροι από τα περιοδικά της εποχής τον ρωτούσαν πως καταδέχτηκε να συνεργαστεί μαζί μου, με έναν ποπ τραγουδιστή λέγοντας του ότι “αυτός τραγουδά για το κουνέλι”. Τα άκουγε και γέλαγε, ερχόταν μετά και μου τα έλεγε. Ένα τυχαίο παράδειγμα για το πως μπορούμε να γίνουμε μόνοι μας ρεζίλι με τη συμπεριφορά μας. Μετά έλεγαν ότι μετάνιωσε για τη συνεργασία μας. Ωστόσο μιας και έχουμε ακόμα επαφή, πέρυσι κυκλοφόρησε μια συλλογή (με τον Toni Iommi των Black Sabbath) με τα αγαπημένα τραγούδια που έχει πει ποτέ και συμπεριέλαβε μέσα αυτό που είχαμε κάνει μαζί.
Τα δύσκολα 90s
Από το 1995 και μετά, την εποχή που τα μαγαζιά προσπάθησαν να μαζέψουν όλο τον κόσμο με το λαϊκοπόπ ρεπερτόριο που έφτιαξαν, το πράγμα άρχισε να χαλάει. Βγήκαν απίστευτα νούμερα και η δισκογραφία καταστράφηκε μια ώρα αρχύτερα. Δε γίνεται να βγαίνουν σε ένα reality μουσικής 20 παιδιά που είναι καλύτερα από τους ήδη φτασμένους που προωθούνται ακόμα με χίλια ζόρια. Αυτό σημαίνει ότι η αναξιοκρατία ζει και βασιλεύει σε όλα τα επίπεδα.
S.A.G.A.P.O
Η Εurovision δε μου άφησε τίποτα. Δε θα ξαναπήγαινα με τίποτα. “Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού”, που λένε. Νομίζω ότι ήταν μια παρόρμηση αφού δεν υπήρχε λόγος να πάω, δεν είχα να αποδείξω κάτι. Απλά έγινε, μπλέξαμε σε ένα παιχνιδάκι που ούτε καν πέρναγε από το μυαλό μου. Άνθρωποι που είχα μια καλή σχέση έγιναν εχθροί μου, επειδή τους πήρα τη θέση. Αν ήξερα πόσο πολύ θέλανε να συμμετάσχουν θα τους έδινα τη θέση μου ευχαρίστως. Πήγα έτσι, για πλάκα. Αυτό ήταν όλο και δε μου άφησε τίποτα. Ούτε αρνητικό ούτε θετικό. Το αρνητικό ήταν ότι συζητήθηκε πολύ περισσότερο απ’ όσο έπρεπε για πολλά χρόνια. Φαντάζομαι ότι ακόμα και οι Άγγλοι που είναι φανατικοί με το θεσμό και έρχονται τελευταίοι κάθε χρόνο, την επόμενη μέρα δεν ασχολούνται με το τι έγινε.
Η αλήθεια για τον Πoυφ
Είναι μια μικρή αληθινή ιστοριούλα που συμβαίνει σε όλους μας. Όλοι έχουμε χαρίσει ή έχουμε δεχτεί για δώρο ένα κουκλάκι για να μας συνοδεύει. Το έχουμε σε μια γωνιά του σπιτιού και μας θυμίζει συγκεκριμένα πράγματα. Γενικά στα τραγούδια μου πάντα παρατηρούσα τα πράγματα γύρω μου και με αυτά ασχολήθηκα. Όχι με τα μεγάλα και τα πολύ σπουδαία, αλλά με τα μικρά που έχουν σημασία στο συναισθηματικό μας κόσμο.
Η τρέλα με τα ελικόπτερα
Αυτή κρατάει από πολύ παλιά. Από μικρός ήθελα να γίνω πιλότος αλλά φορούσα γυαλιά και έτσι δεν μπορούσα να πάω στην πολεμική αεροπορία. Στο στρατό έκανα τα πάντα για να πάω στα ελικόπτερα. Ξεκίνησα μαθήματα όταν ήμουν στην Αγγλία παράλληλα με το Πολυτεχνείο. Πήγαινα στο Φάρμπορο για να κάνω μαθήματα. Δεν πολυθέλω να μιλάω για αυτό γιατί το τελευταίο που θέλει να ακούσει ο κόσμος που ζει με τόσα προβλήματα είναι η σχέση μου με τα ελικόπτερα. Είμαι διπλωματούχος επαγγελματίας και πετάω ανελλιπώς παρόλο που δεν ασχολήθηκα επαγγελματικά αφού με κέρδισε η μουσική. Με το ελικόπτερο έχω πάει πολλές φορές στην Κρήτη, στην Αλεξανδρούπολη, στην Καβάλα. Η πιο ωραία φάση είναι να βάζεις μέσα τη σκηνή σου, ένα σλιπινγκ μπαγκ, βλέπεις μια βραχονησίδα, κατεβαίνεις, στήνεις τη σκηνή σου, ανάβεις μια φωτιά και είναι σαν να βρίσκεσαι σε διαφήμιση του Marlboro. Είσαι εσύ και ο θεός. Δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος, ένα πέλαγος ατέλειωτο γύρω σου και η απόλυτη ησυχία. Είναι ένα μέρος που μπορείς να σκεφτείς και δεν έχεις άλλο τρόπο να πας. Είναι μια εμπειρία που δε μπορείς να τη ζήσεις με κανένα άλλο τρόπο ή μέσο.
Από το Λονδίνο στην Αθήνα
Ήμουν ο μοναδικός λευκός κιθαρίστας στο Μπρίξτον γιατί έπαιζα ρέγκε. Ήταν τεράστιο σχολείο για μένα, το λάτρευα και μου άρεσε πολύ η underground ρέγκε. Με είχε εντυπωσιάσει αυτή η μουσική. Μπορεί να έπαιζαν συγκροτήματα σε ένα πάρκο τρία χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι μου και τα μπάσα το έκαναν ολόκληρο να τρίζει. Ο στόχος μου ήταν να μείνω στην Αγγλία και να μη γυρίσω πίσω. Ήρθα λόγω του στρατού, “έμπλεξα” με σχέσεις, με συγκροτήματα, δημιούργησα γρήγορα έναν άλλο κύκλο που όλο ανέβαλα την επιστροφή στο Λονδίνο και λίγο μετά άρχισα να σκέφτομαι το γνωστό “που να τρέχεις τώρα”; Αν ήθελα πολύ θα το είχα κάνει. Από την άλλη η Ελλάδα είναι μια πάρα πολύ ωραία χώρα για να ζεις. Η καθημερινότητα της δε συγκρίνεται με καμία άλλη. Δεν το έχω μετανιώσει και δεν αλλάζω τον ήλιο, τα νησιά και τη θάλασσα με κανένα μέρος του πλανήτη.
Τι εστί Hardstyle;
Από μικρός έχω παρατηρήσει ότι κάθε εποχή παθιάζομαι και κολλάω με ένα συγκεκριμένο είδος. Τώρα, τα τελευταία χρόνια, ασχολούμαι μόνο με το hardstyle, γράφω και κάνω δουλειές πάνω σε αυτό. Είναι δύσκολο είδος και πρέπει να είσαι μυημένος για να το ακούσεις μιας και πρόκειται για σκληρή μουσική. Είναι το heavy metal του σήμερα, αυτό πιστεύω, όσο κι αν παραξενευτούν κάποιοι. Η μουσική δεν ορίζεται μόνο με το look, τα μαλλιά, τους ενισχυτές αλλά από τη σκληρότητα και την επιθετικότητα που βγάζει η ίδια. Θα το ακούσουν στο Gagarin. Στo live της Παρασκευής θα έχω για dj τον Γιάννη Ιndex, θα είναι μαζί μας ένας καινούριος τραγουδιστής και μια ωραία χορευτική ομάδα που ασχολείται με τον χορό του hardstyle. Μερικά από τα παλιά τραγούδια δεν τα έχω πειράξει καθόλου. Ο κόσμος που θα έρθει να ξέρει ότι θα ακούσει ένα σκληρό είδος.
O Mιχάλης Ρακιντζής θα εμφανιστεί στις 14 Φεβρουαρίου στο Gagarin 205. Τιμή εισιτηρίου: 8€ προπώληση, 10€ ταμείο.